Σκοπός αυτής της εργασίας είναι η αποτύπωση σε διεθνές και εθνικό επίπεδο της θεωρητικής και πρακτικής σχέσης μεταξύ της κοινωνικής ανάπτυξης και φορέων της κοινωνίας πολιτών κυρίως με τις ΜΚΟ. Πολλές επιστημονικές εργασίες έχουν δείξει ότι η κοινωνική ανάπτυξη δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως «περαστική φαντασιοπληξία», όταν οι κοινωνικές δυνάμεις αναλαμβάνουν το έργο προώθησης της. Η κοινωνία πολιτών ενσαρκώνει την αμφισβήτηση αυτών των δυνάμεων έναντι του κράτους και της αγοράς και διαχέει στην παγκόσμια κοινότητα τα δικαιώματα του πολίτη. Υπογραμμίζει την ανάγκη για ριζοσπαστική αντιμετώπιση των αναπτυξιακών ελλειμμάτων ανεξάρτητα από τη συμμετοχή των ατόμων σε κυβερνητικά κόμματα και αγοραστικές δυνάμεις. Η δυναμική των άτυπων ομάδων και των θεσμικά κατοχυρωμένων μη κυβερνητικών οργανώσεων μπορεί να ενισχύσει αλλά και να αντικαταστήσει το έργο των δύο παραπάνω πόλων ανεβάζοντας το επίπεδο της κοινωνικής ανάπτυξης. Παράδειγμα της δυναμικής αυτής αποτελεί πλέον και η ελληνική περίπτωση, όπου μία παραδοσιακή κρατική κοινωνία με ισχυρές αγοραστικές δυνάμεις ανακάλυψε τη «χρηστική» αξία της κοινωνίας πολιτών και των ΜΚΟ και έδωσε νέο πρόσωπο στην κοινωνική ανάπτυξη.