Στο κείμενο αυτό επιχειρείται μια πρώτη παρουσίαση και συζήτηση ορισμένων ευρημάτων μιας (εμπειρικής και βιβλιογραφικής) έρευνας αναφορικά με το νόημα μιας ριψοκίνδυνης συμπεριφοράς, της γρήγορης οδήγησης μοτοσυκλέτας σε δρόμο (δηλαδή, όχι σε πίστα). Πέρα από το πώς τα υποκείμενα αντιλαμβάνονται και επεξεργάζονται την αφηρημένη ιδέα του κινδύνου, μας ενδιαφέρει το πώς και το γιατί εμπλέκονται σε ριψοκίνδυνες δραστηριότητες. Από την ποιοτική ανάλυση του υλικού που έχει συλλεχθεί ώς τώρα (συνεντεύξεις και παρατήρηση) προκύπτει ότι η «οριακή» αυτή οδήγηση αποτελεί ένα είδος τελετουργικού αναπροσδιορισμού των προσωπικών ορίων και υπαρξιακής «αναβάθμισης» του εαυτού. Η ικανοποίηση που προκαλεί η γρήγορη οδήγηση μπορεί να γίνει κατανοητή ως ένας πειραματισμός (και μια διεύρυνση) στο επίπεδο των προσωπικών ορίων, αλλά και ως μια επίτευξη ελέγχου επί της πραγματικότητας, του κινδύνου και της πιθανότητας του θανάτου.