Περίληψη:
Το βιβλίο διερευνά την εξέλιξη της ενοποίησης των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων από τη σκοπιά της οικονομικής ανάπτυξης. Ως οικονομική ανάπτυξη δεν ορίζεται απλά η μεγέθυνση του εισοδήματος αλλά η διεπιστημονική
προσέγγιση της δημιουργίας εισοδήματος σε συνδυασμό με την κοινωνική ευημερία και τη θέση της ένωσης στον παγκόσμιο ιστό.
Η διαδικασία της ευρωπαϊκής ενοποίησης είναι κάτι μοναδικό στην παγκόσμια οικονομική ιστορία. Η ενοποίηση των Ευρωπαϊκών κρατών είναι ένα πείραμα ιδιαίτερα καινοτόμο και μέχρι σήμερα διαφορετικό από όποια άλλη
αντίστοιχη προσπάθεια έχει εκδηλωθεί. Η επιρροή και οι συνέπειες του είναι τεράστιες σε πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο. Είναι η πρώτη, σε μεγάλη κλίμακα, προσπάθεια οικειοθελούς μεταφοράς
αρμοδιοτήτων εθνικής οικονομικής πολιτικής σε υπερεθνικά όργανα και παρά τις μεταγενέστερες πρωτοβουλίες οικονομικής ολοκλήρωσης σε άλλες ηπείρους, παραμένει η σημαντικότερη. Έτσι, η μελέτη της εξέλιξης
της, αποτελεί μια ιδιαίτερη πρόκληση τόσο για τους οικονομολόγους, όσο και για τους Ευρωπαίους πολίτες ευρύτερα, γιατί είναι απαραίτητο να καταλάβουμε αν η ενοποιητική πορεία ωφελεί ή όχι την Ευρώπη ως
Το βιβλίο διερευνά την εξέλιξη της ενοποίησης των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων από τη σκοπιά της οικονομικής ανάπτυξης. Ως οικονομική ανάπτυξη δεν ορίζεται απλά η μεγέθυνση του εισοδήματος αλλά η διεπιστημονική προσέγγιση της δημιουργίας εισοδήματος σε συνδυασμό με την κοινωνική ευημερία και τη θέση της ένωσης στον παγκόσμιο ιστό.
Η διαδικασία της ευρωπαϊκής ενοποίησης είναι κάτι μοναδικό στην παγκόσμια οικονομική ιστορία. Η ενοποίηση των Ευρωπαϊκών κρατών είναι ένα πείραμα ιδιαίτερα καινοτόμο και μέχρι σήμερα διαφορετικό από όποια άλλη αντίστοιχη προσπάθεια έχει εκδηλωθεί. Η επιρροή και οι συνέπειες του είναι τεράστιες σε πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο. Είναι η πρώτη, σε μεγάλη κλίμακα, προσπάθεια οικειοθελούς μεταφοράς αρμοδιοτήτων εθνικής οικονομικής πολιτικής σε υπερεθνικά όργανα και παρά τις μεταγενέστερες πρωτοβουλίες οικονομικής ολοκλήρωσης σε άλλες ηπείρους, παραμένει η σημαντικότερη. Έτσι, η μελέτη της εξέλιξης της, αποτελεί μια ιδιαίτερη πρόκληση τόσο για τους οικονομολόγους, όσο και για τους Ευρωπαίους πολίτες ευρύτερα, γιατί είναι απαραίτητο να καταλάβουμε αν η ενοποιητική πορεία ωφελεί ή όχι την Ευρώπη ως σύνολο, το κάθε κράτος μέλος χωριστά, αλλά και την επιρροή της σε τρίτες χώρες και στην παγκόσμια οικονομία. Η πρωτοτυπία του βιβλίου έγκειται στην προσπάθεια συγκερασμού τριών επιπέδων:
Το θεωρητικό υπόβαθρο κάθε πολιτικής για να διαπιστώσει σε ποιο μέτρο η υπερεθνική διαχείριση παίρνει υπόψη της την εξέλιξη της ακαδημαϊκής έρευνας και προσπαθεί να κινηθεί με ταχύτητα και γνώμονα τις διεθνείς εξελίξεις.
· Τη διακυβέρνηση και την εξέλιξη κάθε πολιτικής στα 60 περίπου χρόνια της ενοποιητικής διαδικασίας με τη λογική ότι πολιτική (ακόμα και η οικονομική πολιτική) είναι η τέχνη του εφικτού και έτσι μόνο μέρος της θεωρίας μπορεί να αποτελέσει συναινετική βάση για πολιτικές αποφάσεις.
· Την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων κάθε πτυχής της Ευρωπαϊκής οικονομικής πολιτικής από τη σκοπιά των κοινοτικών οργάνων και την ακαδημαϊκή έρευνα.
Η γενική ιδέα του βιβλίου είναι να παρουσιαστεί η εμβάθυνση της ενοποίησης μέσα από κάθε πολιτική: η διαλεκτική ανάμεσα στις ρυθμιστικές παρεμβάσεις σε υπερεθνικό ή εθνικό επίπεδο είναι η ουσία της ενοποίησης στη σημερινή Ευρώπη. Η ενοποίηση του ευρωπαϊκού χώρου ξεκίνησε από έξι κράτη-μέλη και σταδιακά διευρύνθηκε σε 28 κράτη-μέλη μέχρι το 2015. Συγχρόνως, ο βαθμός ενοποίησης πέρασε από μια ατελή Κοινή Αγορά σε μια Ένωση με αυξανόμενες υπερεθνικές δικαιοδοσίες, έστω και αν κάποιες από αυτούς υπακούουν σε κανόνες μεταβλητής γεωμετρίας. Η σύσφιξη των σχέσεων, δηλαδή η αύξηση της δικαιοδοσίας της υπερεθνικής παρέμβασης με αντίστοιχη μείωση των εθνικών βαθμών ελευθερίας, συνήθως αποφασίζεται και νομοθετείται σε περιόδους οικονομικής μεγέθυνσης. Αντίθετα, σε περιόδους κρίσης, επανεμφανίζονται φυγόκεντρες τάσεις προστατευτισμού και προσπάθειες εθνικών μέτρων για την αντιμετώπιση της κρίσης, που ωστόσο δεν είναι δυνατόν να υλοποιηθούν, εφόσον υπάρχει κοινοτικό κεκτημένο, παρά μόνο αν η ΕΕ οδηγηθεί επίσημα με διάλυση ή τάσεις από-ενοποίησης.
Οι πολίτες και τα κράτη ζητούν συνεχώς τεκμήρια ότι η συμμετοχή τους στην Ενωμένη Ευρώπη είναι προς όφελος τους και δεν επιβαρύνονται περισσότερο από όσο κερδίζουν. Ωστόσο, μια τέτοια απόδειξη είναι πρακτικά αδύνατη, εφόσον δεν μπορεί να αποδειχθεί ποιο θα ήταν το κόστος και ποιο το όφελος εάν ζούσαμε σε έναν αλλιώτικο κόσμο. Έτσι, πότε με τεκμηριωμένες αναλύσεις, πότε με διαίσθηση και πότε με δογματισμό, δημιουργούνται θετικοί ή αντίστοιχα αρνητικοί συνειρμοί για την ΕΕ, με αποτέλεσμα την αύξηση ή τη μείωση των Ευρωπαϊστών και των Ευρωσκεπτικιστών αντίστοιχα. Έτσι, η ενοποίηση προχωράει σταδιακά και ενίοτε δημιουργεί οξύνσεις ή ακόμα και οπισθοχωρήσεις.
Σε πολλά σημεία αναγνωρίζεται θεωρητικά, αλλά και πολιτικά το (σχετικό) κοινωνικό και οικονομικό προβάδισμα της Ευρώπης και σε αρκετές περιπτώσεις η θετική συνεισφορά της ενοποίησης. Ωστόσο, η ένταση της κρίσης του 2009-2013, η ατελής σύγκλιση, η περιορισμένη κοινωνική συνοχή, η διαφοροποιημένη εικόνα της εξέλιξης της παραγωγικότητας και οι αργόσυρτες διαδικασίες λήψης αποφάσεων έχουν δημιουργήσει αντίρροπές δυνάμεις και έντονη κριτική, που συνοψίζεται στους εξής τομείς:
Στο εσωτερικό της ΕΕ δεν υπάρχει πραγματική αλληλεγγύη, όπως φαίνεται τόσο από την αδυναμία συστηματικής σύγκλισης όσο και από την έλλειψη κοινής δημοσιονομικής πολιτικής.
Από πλευράς ανταγωνιστικότητας η Ευρώπη σταδιακά χάνει τα πλεονεκτήματα της και μειώνεται η συμμετοχή της στο διεθνές εμπόριο και στις άμεσες ξένες επενδύσεις. Ωστόσο υπάρχει διχογνωμία για το κατά πόσο αυτό οφείλεται σε αδυναμίες της Ευρωπαϊκής πολιτικής ή απλώς στον δυναμισμό ορισμένων αναδυομένων χωρών.
Στην διακυβέρνηση της Ευρώπης, που ξεκίνησε με οραματιστές και σταδιακά εξελίχθηκε σε έναν ιδιαίτερα γραφειοκρατικό οργανισμό.
Η κριτική αυτή, που στοιχειοθετείται από την έρευνα των κοινωνικών επιστημών, αλλά άλλοτε δικαίως και άλλοτε αδίκως, ενισχύεται από τον τύπο και τα πολιτικά κόμματα στην Ευρώπη, έχει δημιουργήσει αυξανόμενα ρεύματα Ευρωσκεπτικισμού. Η Ευρώπη βρίσκεται αυτή τη στιγμή μπροστά σε μεγάλες προκλήσεις και μεγάλα διλήμματα, ανάμεσα στις τάσεις παγκοσμιοποίησης της αγοράς και προσπάθειας κρατών μελών να διατηρήσουν εθνικές δικλείδες ασφαλείας.
Το βιβλίο αυτό δεν προσπαθεί να δώσει λύσεις, αλλά να παραθέσει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα δεδομένα της οικονομικής πολιτικής, ώστε να διευκολύνει τον τρόπο σκέψης ως προς την αξιολόγηση της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και τις εκτιμήσεις για το μέλλον της.