Η απουσία του νόμιμου ηγεμόνα, η διεκδίκηση της εξουσίας του και η παρεμπόδιση της επιστροφής του ίδιου ή του διαδόχου του είναι θέματα κοινά στο Χρονικό τον Μορέως, τον Αυθέντη τον Μορέως, τον Ιβανόη και την Οδύσσεια. Εκδοχές της Οδύσσειας λειτουργούν ως διακείμενα στον Ιβανόη και τον Αυθέντη τον Μορέως αλλά και στο ταξίδι που κάνει ο Ραγκαβής κατά την άφιξη του στην Ελλάδα το 1829, όπως περιγράφεται στα Απομνημονεύματα του. Αντίθετα προς την επικρατούσα άποψη, ο Ραγκαβής πέτυχε να δημιουργήσει στον Αυθέντη τον Μορέως μια σφιχτά οργανωμένη πλοκή με πρωταγωνιστή τον Βιλλαρδουίνο, ο οποίος φέρνει σε πέρας τρία σχέδια: την εξαπάτηση του Ροβέρτου και την κατάκτηση της Αυθεντίας· τον γάμο του γιου του με την Αγνή Κουρτεναίη, ανιψιά του Λατίνου αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης, που εξυπηρετεί μακροπρόθεσμες φιλοδοξίες του (στο Χρονικό ο γάμος γίνεται μετά τον θάνατο του Βιλλαρδουίνου)· και, τέλος, τον εντοπισμό και την παράδοση των Ελλήνων επαναστατών και την αναγνώριση του από αυτούς ως Αυθέντη του Μορέως. Η «μεγάλη θήρα» στα βουνά της Ανδραβίδας, με την οποία ολοκληρώνεται ο Αυθέντης τον Μορέως, αποτελεί το πολιτικό ανάλογο των αιματηρών επιχειρήσεων στον Ιβανόη και την Οδύσσεια και το κορυφαίο επίτευγμα του Βιλλαρδουίνου. Η τελική άρνηση του Έλληνα πρωταγωνιστή Λέοντα Χαμάρετου να συμφιλιωθεί με τη φράγκικη εξουσία προεξαγγέλλεται μέσα από τη στάση του στην κονταρομαχία και εκφράζεται μέσα από το όνομα του, όπου συγκλίνουν στοιχεία από τον Σπαρτιάτη Λεωνίδα, τον «Μέλανα Ιππότη» Ριχάρδο τον Λεοντόκαρδο και τον ομηρικό λέοντα, που σπρώχνεται από την ορμή να σκοτώσει ή να πεθάνει, αντί να ντροπιαστεί. Η περιγραφή μιας κρίσης στον ιστορικό βίο και η υπέρβαση της καθιστά τον Αυθέντη του Μορέως το πρώτο και μοναδικό ιστορικό μυθιστόρημα που γράφεται με τους όρους του Ουόλτερ Σκοτ. Στο τέλος της εργασίας εξετάζονται, συγκριτικά και εν συντομία, η Ηρωίδα της Ελληνικής Επαναστάσεως του Στέφανου Ξένου και ο Λουκής Λάρας του Δημητρίου Βικέλα, που έχουν συζητηθεί σε σχέση με τη μέθοδο του Σκοτ, και διερευνάται, επίσης συγκριτικά, ο τρόπος με τον οποίο οι συγγραφείς τους χειρίζονται την αρχαιογνωστική και ειδικότερα την ομηρική ύλη.