Ο Καισάριος Δαπόντες υπήρξε η σημαντικότερη ελληνική ποιητική μορφή του 18ου αιώνα. Το έργο του, που αγαπήθηκε ιδιαίτερα στην εποχή του, είναι σήμερα παραμελημένο· σύγχρονες κριτικές εκδόσεις, κατά κανόνα, δεν έχει γνωρίσει, ενώ ποικίλα προβλήματα της δαποντικής εργοβιογραφίας παραμένουν ανερεύνητα και ανεπίλυτα. Το άρθρο συνοψίζει τα πορίσματα της μέχρι τούδε έρευνας για το δημιουργό και εστιάζει την προσοχή του στον Καθρέπτη Γυναικών (Λιψία, 1766). Το έργο εξετάζεται στο γενολογικό πλαίσιο του ομώνυμου και ανθηρού στον όψιμο Μεσαίωνα λογοτεχνικού είδους, καθώς και σε σχέση με τη λογοτροπική παράμετρο του μισογυνισμού. Συζητείται η εικόνα της γυναίκας έτσι όπως αναδεικνύεται μέσα από τον Καθρέπτη, καθώς και η θέση του έργου μέσα στην προηγούμενη λογοτεχνική παράδοση. Για άλλη μία φορά επιβεβαιώνεται ότι ο Δαπόντες είναι «άνθρωπος-γέφυρα»: παρά τις πολλαπλές οφειλές του στη μεσαιωνική παράδοση, πάνω στην οποία βασίζεται, καταφέρνει πάντα να απομακρύνεται από αυτήν ή, καλύτερα, να την ανανεώνει, κομίζοντας παράλληλα το νέο πνεύμα της εποχής του. Το άρθρο συνοδεύεται από δύο επίμετρα: στο πρώτο επιχειρείται χρονολόγηση της συγγραφής του Καθρέπτη Γυναικών και στο δεύτερο εκδίδεται η «Αφιέρωσις» και το «Προοίμιον>* του έργου, πάνω στα οποία, ελλείψει συνολικής κριτικής έκδοσης, βασίστηκε κυρίως η επιχειρηματολογία του άρθρου.