Η παρούσα συγκριτολογική μελέτη προσπαθεί να συσχετίσει την μακάβρια παράδοση του δυτικού μεσαίωνα με την προσωποποίηση του θανάτου στα ελληνικά δημοτικά μοιρολόγια.Το πρώτο μέρος του άρθρου παρακολουθεί την εξέλιξη της σύλληψης του θανάτου κατά τον ευρωπαϊκό μεσαίωνα εστιάζοντας στην προσωποποίησή του ως αυτόνομης, βίαιης και ύπουλης μορφής και τους τρόπους αναπαράστασής αυτού. Ειδικότερα παρουσιάζονται, με τη βοήθεια κειμενικών και εικονικών παραδειγμάτων, τα νοερά σχήματα του «Θριάμβου του θανάτου» και του «Χορού των νεκρών» τα οποία χαρακτηρίζουν την λεγόμενη μακάβρια περίοδο του υψηλού και ύστερου μεσαίωνα και εκφράζουν την οικειότητα του ανθρώπου της εποχής εκείνης προς την ιδέα του θανάτου.Η υπόθεση εργασίας στην μελέτη αυτή είναι ότι μια ανάλογη οικειότητα εκφράζεται και στην ελληνική δημοτική παράδοση και ειδικότερα στα τόσο εντυπωσιακά τραγούδια του θανάτου, τα μοιρολόγια. Το δεύτερο μέρος επικεντρώνεται στα ελληνικά μοιρολόγια και ειδικότερα στα «μοιρολόγια του Χάρου» και στα «μοιρολόγια του κάτω κόσμου», καθώς αυτά κυρίως, πέρα από έκφραση θλίψης και πένθους, λειτουργούν ως θεματοποιηση του αναπόφευκτου της ανθρώπινης μοίρας, ως αναστοχασμός πάνω στο θέμα του θανάτου. Παρουσιάζονται τα βασικά μοτίβα των μοιρολογιών αυτών και αντιπαραβάλλονται με την δυτική εικονολογία περί θανάτου. Ειδικότερα εστιάζω στην προσωποποίηση του θανάτου στην μορφή του Χάρου και στα χαρακτηριστικά που του αποδίδονται, συγκρίνοντάς την με τις ποικίλες εκδοχές της δράσης του θανάτου της δυτικής μακάβριας παράδοσης. Με τον τρόπο αυτό φιλοδοξώ να συμπληρώσω με μια άλλη οπτική γωνία τη μελέτη των μοιρολογιών.