Ο Αλέξιος Κομνηνός χρησιμοποίησε σε δύο συγκεκριμένα τεχνάσματά του άμαξες, καθώς και τμήματα αμαξών, όπως τροχούς και άξονες, με αρκετά περίεργους και πρωτότυπους τρόπους, προκειμένου να επιτύχει τακτικό πλεονέκτημα στο πεδίο της μάχης. Στην πρώτη περίπτωση, σε μία ελάσσονα μάχη η οποία διεξήχθη το 1082 έξω από τα τείχη των — κατεχομένων από τους Νορμανδούς του Βοημούνδου — Ιωαννίνων, χρησιμοποίησε με μικρή επιτυχία άμαξες ως στατικά μέσα ανάσχεσης του επίφοβου βαρέος νορμανδικού ιππικού. Στη δεύτερη περίπτωση, κατά τη σύντομη πολιορκία του κάστρου της Τζουρουλού από τους Πετσενέγκους, το 1090, χρησιμοποίησε με μεγαλύτερη επιτυχία τμήματα τροχών από άμαξες κατά τέτοιο τρόπο ώστε να επιφέρει σύγχυση και αναταραχή στις τάξεις των πολυάριθμων νομάδων. Η Άννα Κομνηνή επαινεί τα τεχνάσματα του πατέρα της και τα χαρακτηρίζει πρωτότυπα προϊόντα της στρατηγικής διανοίας του Αλεξίου. Μία προσεκτικότερη, ωστόσο, έρευνα αρχαίων στρατηγικών πραγματειών φαίνεται να τη διαψεύδει με τον πλέον εντυπωσιακό τρόπο. Τα τεχνάσματα αυτά απαντούν σε πολύ αρχαιότερους συγγραφείς, όπως ο Ξενοφών, ο Πολύαινος, ο Αρριανός, ο Απολλόδωρος, αλλά και ο Προκόπιος, και μάλιστα με εντυπωσιακές ομοιότητες. Προκύπτουν, συνεπώς, τα εξής δύο συμπεράσματα· είτε, πρώτον, η ίδια η Άννα Κομνηνή γνώριζε τα συγκεκριμένα χωρία των αρχαίων συγγραφέων και τα ενέταξε ηθελημένα, ελαφρώς παραλλαγμένα, στη διήγησή της, προκειμένου να εξυμνήσει τα κατορθώματα του πατέρα της, με συνέπεια η αυθεντικότητα τους να είναι αμφισβητήσιμη, είτε, δεύτερον, ο Αλέξιος Κομνηνός πραγματικά εφάρμοσε τα τεχνάσματα αυτά και συνεπώς είχε ο ίδιος ή οι κοντινοί του σύμβουλοι γνώση των αρχαίων αυτών κειμένων. Η πρόσβαση σε αυτά τα έργα επιτυγχανόταν, πιθανότατα, μέσα από τις πάμπολλες επιτομές και ανθολογίες τους οι οποίες χρονολογούνται από την βυζαντινή περίοδο. Ιδιαίτερα τα Στρατηγήματα του Πολυαίνου αποτέλεσαν αντικείμενο πολλών σταχυολογήσεων τόσο της ύστερης ρωμαϊκής όσο και της μέσης βυζαντινής περιόδου. Φαίνεται ότι ο συγκεκριμένος αυτοκράτορας και τα μέλη της στρατιωτικής αριστοκρατίας της περιόδου, με αυτό τον τρόπο είχαν άριστη γνώση των αρχαίων στρατιωτικών ιστορικών και αρκετών αρχαίων αποσπασμάτων στρατιωτικού ενδιαφέροντος, πέρα από τη μελέτη των βυζαντινών στρατηγικών εγχειριδίων (τα οποία άλλωστε σε συντριπτικό βαθμό στηρίζονταν σε αρχαία στρατηγικά και αποσπάσματα στρατιωτικών πραγματειών). Ο μεγάλος βαθμός εξάρτησης των Βυζαντινών από τα στρατιωτικά εγχειρίδια και πραγματείες ήταν ήδη γνωστός· αυτό που εντυπωσιάζει είναι η έκταση που είχε. Για κάθε πιθανό και απίθανο στρατιωτικό συμβάν, κατά τη διάρκεια μίας μάχης ή μίας εκστρατείας, οι Βυζαντινοί ήταν εξοπλισμένοι με γραπτές οδηγίες από τις οποίες σπανίως παρέκκλιναν. Οι υψηλόβαθμοι βυζαντινοί στρατιωτικοί εκείνης της περιόδου, είχαν στη διάθεσή τους μία εξαιρετική στρατιωτική βιβλιογραφία στρατηγικών και τεχνασμάτων, την οποία χρησιμοποιούσαν ώστε να διεξάγουν τις πολεμικές τους επιχειρήσεις με τους πλέον ευνοϊκούς, για τους ίδιους, όρους.